Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η αποτυχία

См. также в других словарях:

  • ἀποτυχία — ἀποτυχίᾱ , ἀποτυχία failure fem nom/voc/acc dual ἀποτυχίᾱ , ἀποτυχία failure fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίᾳ — ἀποτυχίᾱͅ , ἀποτυχία failure fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποτυχία — η (AM ἀποτυχία) [αποτυχής] ανεπιτυχής έκβαση προσπάθειας αρχ. μσν. κακή ή δυσμενής τύχη, ατυχία …   Dictionary of Greek

  • αποτυχία — η το να μη γίνει κάτι σύμφωνα με τις προσδοκίες μας: Η αποτυχία του αυτή τον είχε τσακίσει …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀποτυχίας — ἀποτυχίᾱς , ἀποτυχία failure fem acc pl ἀποτυχίᾱς , ἀποτυχία failure fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίαι — ἀποτυχίᾱͅ , ἀποτυχία failure fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίαν — ἀποτυχίᾱν , ἀποτυχία failure fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίαις — ἀποτυχία failure fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίη — ἀποτυχία failure fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίην — ἀποτυχία failure fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτυχίῃ — ἀποτυχία failure fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»